Η πρώτη εντύπωση, τον Αύγουστο, βλέποντας κανείς τον Νίκο Λυμπερόπουλο να παίζει πάλι μπάλα εδώ, πίσω στα πάτρια, ήταν... ρε συ, αυτός ήρθε για ποδοσφαιριστής, όχι για ομαδάρχης στα αποδυτήρια όπως τον παρουσίασαν.
Ποδοσφαιριστής που δεν έχασε, όσο ήταν στα ξένα και δεν τον πολυβλέπαμε, τίποτα από το στυλ, την τεχνική, την ενόραση, την οξυδέρκεια. Πρωτίστως, τον υψηλό επαγγελματισμό. Την πεποίθηση της ένταξης, ως άτομο, σε κάτι υπέρτερο. Στην ομάδα.
Η δεύτερη εντύπωση, τον Σεπτέμβριο πια, παρατηρώντας τα παιχνίδια του Λυμπερόπουλου, ήταν το κατά τι πιο προχωρημένο... μωρέ, αυτός και για την Εθνική, στα ζόρια, μια χαρά θα είναι. Ναι, ο Σαλπιγγίδης. Ναι, ο Σαμαράς. Ναι, ο Μήτρογλου. Αλλά και ο γιατρός! Ποτέ δεν ξέρεις. Εχε τον κοντά, για κάθε ενδεχόμενο. Αχρείαστος να είναι. Αλλά αν χρειαστεί, που θα χρειαζόταν π.χ. στο στράβωμα του παιχνιδιού με τη Γεωργία στο Καραϊσκάκη, γιατί να είναι σπίτι και να βλέπει τηλεόραση;
Η επιστροφή του Λυμπερόπουλου στην Εθνική ένα χρόνο μετά την έξοδό του αποκαθιστά τα φυσιολογικά.
Γενικώς ο Λυμπερόπουλος είναι ο άνθρωπος για τον οποίον, αν μία συμβουλή έχει κανείς να δώσει σε όσους ζουν και κινούνται γύρω του, είναι η κλασική «να τον ακούτε» τον θείο Νίκο. Στην Αγία Πετρούπολη προχθές, κάτι είπε για ποιότητα και δυνατότητες. Δεν θα το έλεγε, αν δεν το έβλεπε στην καθημερινότητά του στην ΑΕΚ. Και, εννοείται, το εννοούσε. Πάντοτε ό,τι λέει αυτός είναι στάνταρ, το εννοεί.
Πολύ περισσότερο περπατώντας στα 36. Δεν ζορίζεσαι να χαϊδεύεις αυτιά και να δημοσιοσχετίζεις. Είναι προτιμότερο να εισακούγεται η θέση ενός Λυμπερόπουλου λοιπόν για την ποιότητα και για τις δυνατότητες. Παρά ενός περαστικού, που αβασάνιστα θα τσουβαλιάσει και θα πει... τα άλλα. Τα αντίθετα.
Και τι περιμένει ο Νίκος για να βγουν αυτή η ποιότητα και αυτές οι δυνατότητες; Το απλούστατο. Ενας κανονικός προπονητής που θα πάρει τα σκόρπια και θα τα βάλει στη σειρά. Το έδαφος προϋπάρχει. Μένει να καλλιεργηθεί. Η πρόκληση υπάρχει. Αν αυτός που θα την αναλάβει είναι κανονικός προπονητής, δεν θα χάσει. Θα εκτιμηθεί. Αυτή τη στιγμή η δουλειά «προπονητής στην ΑΕΚ» δεν είναι φόβητρο, να τρέχεις μακριά. Είναι έως ελκυστική.
Η δουλειά στην ΑΕΚ είναι, για να το περιγράψουμε συνοπτικά, η ομάδα να επαναπροσδιορίσει την αξία του γκολ. Τόσο εύκολα που το βάζει, και τόσο εύκολα που το τρώει επίσης, κατάντησε να το έχει ευτελίσει. Μπαίνει το γκολ, είτε μπροστά για το καλό είτε πίσω για το κακό, και έχει μπει... σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Από συνήθεια. Πάμε παρακάτω. Είναι ζωτική ανάγκη να το εκτιμήσουν «όλο πάλι απ’ την αρχή». Το γκολ είναι η κορυφαία στιγμή του παιχνιδιού. Δεν μπορεί να γίνεται ρουτίνα.
Φυσικά δεν πρόκειται εδώ, δεν είναι η δουλειά μας αυτή, να μπούμε στην αναμενόμενη μετά το τέλος Μπάγεβιτς ονοματολογία. Να αρχίσουμε, δίπλα στον κάθε υποψήφιο ή «υποψήφιο», να κλικάρουμε. Με «ν» αν μας αρέσει, οπότε το ενθαρρύνουμε. Με «Χ» αν για κάποιο λόγο δεν μας κάθεται καλά, οπότε το απαξιώνουμε. Αυτά τα «ν» και τα «Χ» είναι η δουλειά του ερευνητή της αγοράς Αδαμίδη. Μόλις αποφασίσει σε ποιον εκείνος θα βάλει το οριστικό «ν», τότε ναι. Να δούμε τις παραμέτρους. Τα υπέρ και τα κατά. Και, το κυριότερο, να δούμε μετά τη δουλειά στο γήπεδο. Ιδανικοί δεν υπάρχουν. Ούτε ανάξιοι.
Ποδοσφαιριστής που δεν έχασε, όσο ήταν στα ξένα και δεν τον πολυβλέπαμε, τίποτα από το στυλ, την τεχνική, την ενόραση, την οξυδέρκεια. Πρωτίστως, τον υψηλό επαγγελματισμό. Την πεποίθηση της ένταξης, ως άτομο, σε κάτι υπέρτερο. Στην ομάδα.
Η δεύτερη εντύπωση, τον Σεπτέμβριο πια, παρατηρώντας τα παιχνίδια του Λυμπερόπουλου, ήταν το κατά τι πιο προχωρημένο... μωρέ, αυτός και για την Εθνική, στα ζόρια, μια χαρά θα είναι. Ναι, ο Σαλπιγγίδης. Ναι, ο Σαμαράς. Ναι, ο Μήτρογλου. Αλλά και ο γιατρός! Ποτέ δεν ξέρεις. Εχε τον κοντά, για κάθε ενδεχόμενο. Αχρείαστος να είναι. Αλλά αν χρειαστεί, που θα χρειαζόταν π.χ. στο στράβωμα του παιχνιδιού με τη Γεωργία στο Καραϊσκάκη, γιατί να είναι σπίτι και να βλέπει τηλεόραση;
Η επιστροφή του Λυμπερόπουλου στην Εθνική ένα χρόνο μετά την έξοδό του αποκαθιστά τα φυσιολογικά.
Γενικώς ο Λυμπερόπουλος είναι ο άνθρωπος για τον οποίον, αν μία συμβουλή έχει κανείς να δώσει σε όσους ζουν και κινούνται γύρω του, είναι η κλασική «να τον ακούτε» τον θείο Νίκο. Στην Αγία Πετρούπολη προχθές, κάτι είπε για ποιότητα και δυνατότητες. Δεν θα το έλεγε, αν δεν το έβλεπε στην καθημερινότητά του στην ΑΕΚ. Και, εννοείται, το εννοούσε. Πάντοτε ό,τι λέει αυτός είναι στάνταρ, το εννοεί.
Πολύ περισσότερο περπατώντας στα 36. Δεν ζορίζεσαι να χαϊδεύεις αυτιά και να δημοσιοσχετίζεις. Είναι προτιμότερο να εισακούγεται η θέση ενός Λυμπερόπουλου λοιπόν για την ποιότητα και για τις δυνατότητες. Παρά ενός περαστικού, που αβασάνιστα θα τσουβαλιάσει και θα πει... τα άλλα. Τα αντίθετα.
Και τι περιμένει ο Νίκος για να βγουν αυτή η ποιότητα και αυτές οι δυνατότητες; Το απλούστατο. Ενας κανονικός προπονητής που θα πάρει τα σκόρπια και θα τα βάλει στη σειρά. Το έδαφος προϋπάρχει. Μένει να καλλιεργηθεί. Η πρόκληση υπάρχει. Αν αυτός που θα την αναλάβει είναι κανονικός προπονητής, δεν θα χάσει. Θα εκτιμηθεί. Αυτή τη στιγμή η δουλειά «προπονητής στην ΑΕΚ» δεν είναι φόβητρο, να τρέχεις μακριά. Είναι έως ελκυστική.
Η δουλειά στην ΑΕΚ είναι, για να το περιγράψουμε συνοπτικά, η ομάδα να επαναπροσδιορίσει την αξία του γκολ. Τόσο εύκολα που το βάζει, και τόσο εύκολα που το τρώει επίσης, κατάντησε να το έχει ευτελίσει. Μπαίνει το γκολ, είτε μπροστά για το καλό είτε πίσω για το κακό, και έχει μπει... σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Από συνήθεια. Πάμε παρακάτω. Είναι ζωτική ανάγκη να το εκτιμήσουν «όλο πάλι απ’ την αρχή». Το γκολ είναι η κορυφαία στιγμή του παιχνιδιού. Δεν μπορεί να γίνεται ρουτίνα.
Φυσικά δεν πρόκειται εδώ, δεν είναι η δουλειά μας αυτή, να μπούμε στην αναμενόμενη μετά το τέλος Μπάγεβιτς ονοματολογία. Να αρχίσουμε, δίπλα στον κάθε υποψήφιο ή «υποψήφιο», να κλικάρουμε. Με «ν» αν μας αρέσει, οπότε το ενθαρρύνουμε. Με «Χ» αν για κάποιο λόγο δεν μας κάθεται καλά, οπότε το απαξιώνουμε. Αυτά τα «ν» και τα «Χ» είναι η δουλειά του ερευνητή της αγοράς Αδαμίδη. Μόλις αποφασίσει σε ποιον εκείνος θα βάλει το οριστικό «ν», τότε ναι. Να δούμε τις παραμέτρους. Τα υπέρ και τα κατά. Και, το κυριότερο, να δούμε μετά τη δουλειά στο γήπεδο. Ιδανικοί δεν υπάρχουν. Ούτε ανάξιοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου